Έφτασε στη γέφυρα αργά το απόγευμα.
Η νύχτα έτρεχε μέσα στα τραμ βιαστική και ζέσταινε τα αστέρια της.
Τα χέρια της είχαν βγει από τις τσέπες και ακουμπούσαν τα μαλλιά ενός μικροπωλητή.
Θυμήθηκε το αστείο του σαν έναν Ιούλιο και γέλασε.
"Ρώτησε να μας πουν.Πως θα πάμε στην Πλατεία της Επανάστασης;".
Ο κόσμος πήγαινε.
Ο Μολδάβας ερχόταν.
Ήταν καινούργια η πόλη χωρίς τις σκιές τους.
Δίπλα της είχε όλα όσα της έφταναν.
Τις μπότες της,ένα κασκόλ,το βιβλίο.
Περπάτησε από την μια άκρη στην άλλη λες και δεν είχε ξαναδεί αυτά τα θλιβερά αγάλματα.
"Τα λυπάμαι",του είχε πει.
"Εγώ σκέφτομαι μόνο τις σοφίτες"της είπε.
Στο τέλος της γέφυρας έπεφταν βαλίτσες,σκισμένες σελίδες,νότες αποσβολωμένες ,φωτιές και ποιήματα.
Ο Sudek είχε και τα δυό του χέρια ανοικτά για να τα αγκαλιάσει.
Όλα άρχισαν να επιστρέφουν όπως γνώριζαν.
Λαίμαργα και τρυφερά.
Ολόσωστα και επώδυνα.
Χωρίς θεούς.
Χωρίς θνητούς.
Μαρία Βούλγαρη,Αστείο(απόσπασμα)
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΑ ΣΤΟ...ΜΕΛΛΟΝ
Φώτο:Josef Sudek
Η νύχτα έτρεχε μέσα στα τραμ βιαστική και ζέσταινε τα αστέρια της.
Τα χέρια της είχαν βγει από τις τσέπες και ακουμπούσαν τα μαλλιά ενός μικροπωλητή.
Θυμήθηκε το αστείο του σαν έναν Ιούλιο και γέλασε.
"Ρώτησε να μας πουν.Πως θα πάμε στην Πλατεία της Επανάστασης;".
Ο κόσμος πήγαινε.
Ο Μολδάβας ερχόταν.
Ήταν καινούργια η πόλη χωρίς τις σκιές τους.
Δίπλα της είχε όλα όσα της έφταναν.
Τις μπότες της,ένα κασκόλ,το βιβλίο.
Περπάτησε από την μια άκρη στην άλλη λες και δεν είχε ξαναδεί αυτά τα θλιβερά αγάλματα.
"Τα λυπάμαι",του είχε πει.
"Εγώ σκέφτομαι μόνο τις σοφίτες"της είπε.
Στο τέλος της γέφυρας έπεφταν βαλίτσες,σκισμένες σελίδες,νότες αποσβολωμένες ,φωτιές και ποιήματα.
Ο Sudek είχε και τα δυό του χέρια ανοικτά για να τα αγκαλιάσει.
Όλα άρχισαν να επιστρέφουν όπως γνώριζαν.
Λαίμαργα και τρυφερά.
Ολόσωστα και επώδυνα.
Χωρίς θεούς.
Χωρίς θνητούς.
Μαρία Βούλγαρη,Αστείο(απόσπασμα)
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΑ ΣΤΟ...ΜΕΛΛΟΝ
Φώτο:Josef Sudek
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου